Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Αὐγηιάδαο — Αὐγηϊάδᾱο , Αὐγηϊάδης masc gen sg (epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αὐγηιάδη — Αὐγηϊάδη , Αὐγηϊάδης masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)